Κυριακή 20 Οκτωβρίου 2013

ΔΥΟ ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΕΣ ΠΑΡΑΜΥΘΕΝΙΕΣ ΙΣΤΟΡΙΕΣ, ΠΟΥ ΜΑΣ ΚΑΝΟΥΝ ΔΥΟ. ΔΗΛΑΔΗ 2#2 Η 2=2, Η ΕΙΚΟΝΕΣ ΓΡΑΜΜΕΝΕΣ ΑΠΟ ΕΝΑΝ ΜΥΘΟΜΑΝΗ, ΜΥΘΟΠΛΑΣΤΗ, ΕΙΚΟΝΟΛΑΤΡΗ, ΕΙΚΟΝΟΠΛΑΣΤΗ ΚΑΙ ΖΑΧΑΡΟΠΛΑΣΤΗ ΕΙΚΟΝΟΓΡΑΦΟ, ΟΝΕΙΡΟΠΟΛΟ ΚΑΙ ΕΙΚΟΝΟΦΑΓΟ.

...,... Ο ουρανός τότε γέμισε μπαμπάκια. Ακούγεται μιά μπάσα φωνή νά απαγγέλλει στίχους από ποιήμα τού Κωνσταντίνου Καβάφη.
"Κάθομαι καί ρεμβάζω. Επιθυμίες κ`αισθήσεις
εκόμισα εις τήν Τέχνην κάτι μισοειδωμένα,
πρόσωπα ή γραμμές, ερώτων ατελών
κάτι αβέβαιες μνήμες. Ας αφεθώ σ`αυτήν.
Ξέρει νά σχηματίσει Μορφήν τής Καλλονής,
σχεδόν ανεπαισθήτως τόν βίον συμπληρούσα
συνδυάζουσα εντυπώσεις, συνδυάζουσα τές μέρες."
Στή γή υπάρχει ένα σπίτι, πού από τήν καμινάδα βγαίνει ένα σχισμένο χαρτί εφημερίδας, από τήν πόρτα του φεύγει ένας δρόμος στρωμένος μέ κίτρινες καί ρόζ πλάκες πού καταλήγει στήν προέκτασή του νά τέμνεται κόβοντας κάθετα τήν νότια οριζόντια λεωφόρο από άσπρα καί πράσινα τετράπλευρα. Δεξιά μόλις φένεται από τήν ταχύτητά του τό πίσω μέρος ενός μπέζ 2CV. Αριστερά ένα δέντρο καί μιά λίμνη πού στήν όχθη της σκύβει ένα μαύρο πουλί. Τά μαξιλαράκια σύννεφα επαναλαμβάνονται καθρεφτιζόμενα στό νερό. Μιά μοιραία γυναίκα, η Γαλάτεια πλησιάζει έναν άνδρα τόν μεσήλυκα Πολύφημο καί κάθεται δίπλα του... Ιστορίες πού βγήκαν γιατί είθελαν νά μιλησουν οι εικόνες...,... Τά χρώματα είναι μουντά καί παστέλ. Κυριαρχεί ξεχωρίζοντας τό κόκκινο. Τά στοιχεία απέχουν συμμετρικά από τό κέντρο τού πίνακα...,... Τό σκηνικό τού εσωτερικού τού εργαστηρίου είταν τό εξής. Στήν οροφή νά αιωρείται μιά ηλεκτρική λάμπα, στό κέντρο ένα τραπεζάκι. Πίσω από τόν εικονοκλάστη καλλιτέχνη η πόρτα μένει πάντα ανοιχτή. Στούς τοίχους κινηματογραφικές φωτογραφίες. Τό πάτωμα διηρημένο από ρόζ καί θαλασσί τετράγωνα παραλληλόγραμμα. Στό ένα παράθυρο ο ήλιος μαζί μέ τό φεγγάρι. Στό άλλο ο Kitekat ή Θανάσης ή Μπετόβεν ή Βούδας ο βαρύτονος κινέζος γαλανομάτης γάτος νά κοιμάται. Ο Picasso παρατηρεί μέ βλέμμα λυπημένο στενοχωρημένο, θλιμμένος καί ανήσυχος τό έργο του. Θά τό αφήσει νά ωριμάσει στό μυαλό του. Θά τό ξεχάσει συνεχίζοντας κάποιο άλλο καί θά επιστρέψει δριμύτερος, όταν θά έρθει η ώρα, η έμπνευση βρίσκοντας ήδη τήν λύση. Σκέφτεται λιγάκι φυσόντας τόν καπνό τού τσιγάρου του, σχεδιάζοντας μέσα στόν αέρα καλλιγραφικά οκτάρια, ψιθυρίζοντας σιγανά στό αυτί τού  Kahnweiler. "Cezanne, d`une bouteille fait un cylindre, moi je pars d`un cylindre pour creer un individu d`un type special, d`un cylindre je fais une bouteille, une certaine bouteille. Cezanne va vers l`architecture, moi j`en pars, c`est pourquoi je compose avec des abstractions, couleurs et j`arrange quand ces couleurs sont devenues des objets." Κάπου σ`άλλο σημείο τού πλανήτη συμβαίνει η παράλληλη πραγματικότητα. Τό πλοίο φεύγει από τήν προβλήτα μέ θόρυβο καί σφυρίγματα. Πάνω του είναι ζωγραφισμένοι αριθμοί, πρωτότυπα σχήματα, σήματα καί περίεργα σύμβολα από πρωτοποριακούς αλβανούς οικονομικούς μετανάστες καί κονστρουκτιβιστές, αριβίστες φοιτητές. Ολα αυτά ο θαρραλέος νέγρος, ειδωλολάτρης Μανωλιός ή Δαβίδ ή Μιχαλιός τά παρακολουθεί από ψιλά καί σέ απόσταση, μέσα από τήν γιάλα τού φάρου. Αφού αποχαιρέτησε τούς φίλους καί συναδέλφους φαροφύλακες, αδελφούς νυχτοφύλακες, θά συνεχίζεται η ζωή του χωρίς επαναλήψεις, πλήξη, ρουτίνα, ανία καί ζήλιες μέ εκπλήξεις καί αλλαγές σέ περιβάλλον γραφικό, ζωγραφικό, εξωτικό, ονειρικό, γαλάζιο, σέ λιμάνι τής Καραιβικής. Θά ζούσε μιά ιστορία όπως στό "El amor en los tiempos del colera" de Gabriel Garcia Marquez, θά είταν ο Φλορεντίνο Αρίσα καί θά `βρισκε μιά Φερμίνα Δάσα . Οταν οι άλλοι θά βρίσκονται στίς μακρινές επαρχίες διασχίζοντας τόν ωκεανό γιά νά μεταφέρουν τίς απόψεις τους, τά νέα, τίς δικές τους ιδέες, τήν αισθητική τους, τό ήθος τους, μαζί μέ τούς τουρίστες, τούς δανούς πρόσφυγες, τά αποικιακά προιόντα, τίς απορίες, τίς υποψίες, τίς ελπίδες, τίς αγωνίες μέ τά ψέματα καί τίς αλήθειες τους. Τό κεφάλι έγειρε στόν ώμο του, επειδή κουράστηκε νά κοιτάζει τό καράβι πού όσο ξεμάκρυνε, μίκρυνε δημιουργώντας μιά κουκκίδα στόν ορίζοντα, βημάτισε στήν θέση πού έβλεπε πρός τό γήπεδο. Σήμερα έπαιζαν ποδόσφαιρο οι εθνικές ομάδες τής Νιγηρίας καί τής Βενεζουέλας. Είταν τό δεύτερο ημίχρονο καί οι πράσινοι νικούσαν τούς κίτρινους δύο μηδέν. Προσέχει θαυμάζοντας σάν υπερόπτης θεός, τά μυρμηγκάκια ανθρωπάκια μέ τήν μανία πού κυνηγούσαν σάν δαιμονισμένα, σάν τρελλά μέ γρηγοράδα τήν στρογγυλή θαιά καί τούς φιλάθλους πού φώναζαν καί χώρευαν σέ αφροκουβανέζικους ρυθμούς. Μέχρι τήν στιγμή εκείνη πού μιά βολίδα έσπασε τό τζάμι τού παρατηρητηρίου του καί ρίχνει κάτω τό αγαπημένο ρόζ ρώσικο βάζο φτιαγμένο από τά χέρια τού μεγάλου καταλανού πλάστη. Souvenir τών γεννεθλίων του, δώρο τής μαμάς μέ τίς πλαστικές μαργαρίτες καί τό ωραίο φύλλο από σπάνιο μέταλλο. Αποφασίζει λοιπόν νά τούς τημωρήσει, κρατώντας τήν μπάλλα, εξ`αιτίας τής ζημιάς καί μιάς παλιάς ψυχικής του οδίνης καί παιδικής τραυματικής του εμπειρίας, τού γνωστού συνδρόμου τής μικρής Ελένης πού δέν τήν έπαιζαν οι φιλενάδες της. Αρχίζει τό σκούπισμα, τό σφουγγάρισμα, τό ξεσκόνισμα γιά νά καθαρίσει τό δωμάτιο μέχρι νά εξαφανιστούν τά ίχνη από τά γυαλιά, τά πήλινα, κεραμικά κομμάτια καί τά ψεύτικα λουλούδια. Ωσπου κάποιος μπαίνει μέσα χωρίς νά χτυπήσει τό κουδούνι. Η φανέλλα μέ τό εννέα τής παρέας, ένας ευγενικός κύριος ο Ηρακλής ή Γολιάθ ή Γιώργος, ύψος δύο μέτρα καί κάτι. Αφού έγιναν οι τυπικές συστάσεις ανακάλυψαν, ότι είταν συμμαθητές στό δημοτικό. Αυτός τότε αποφασίζει νά τού ζητήσει τή χάρη. Εκοίνος μετανοιωμένος αλλάζοντας γνώμη θέλει νά απαλλαγεί από αυτό τό ένοχο αντικείμενο. Ανταλλάσσοντας τήν μπάλα μέ τήν πολύτιμη φιλία τού Ηρακλή. Γι`αυτό κανόνισαν μιά συνάντηση γιά rendez-vous νά θυμηθούν τά παλιά μ`ένα καραφάκι ουζο, γιά να διατηρήσουν ανανεώνοντας τήν γνωριμία τους. Κι`έτσι φιλικά καί πολιτισμένα αποχωρίστικαν. Ο ήρωάς μας έκλεισε, ασφαλίζοντας καλά τήν εξώπορτα, χαλαρώνοντας τήν γραβάτα του, ξάπλωσε στήν chaise longue, είπιε ένα ποτήρι κρύο νερό καί έβαλε στό video κάτι γιά νά ηρεμήσει ξεκουράζοντάς τον. Τήν εθνική αντίσταση σέ κινούμενα σχέδια. Δυστυχώς όμως θά σταματήσω απότομα εδώ χωρίς πολλές δικαιολογίες γιατί αυτό τό love story μπορεί νά έχει τόν ατέλειωτο, σάν τίς κοσμοπολίτικες, κοινωνικές, περιπετειώδεις, δραματικές, βίαιες, κατασκοπευτικές, βραζιλιάνικες σειρές, ακατάληλες διά ενηλίκους τής βελγικής τηλεόρασης. Είταν απλά μιά απόπειρα γιά ένα ποιητικό πεζογράφημα ή ένα ρομαντικό έγχρωμο διήγημα σέ ασπρόμαυρο περιβάλλον, γραμμένο μέσα στήν ζεστή φθινοπωρινή ατμόσφαιρα τής Καλλιθέας τού 1994. Μιμούμενος, επιρρεασμένος από τήν dada μορφή τεχνικής...,..."Λόγω ελλείψεως σοβαρής απασχόλησης από τό 1884 γράφω, όπως άλλοι καπνίζουν ένα πούρο, γιά νά περάσει η ώρα." Stendhal

                                                                                                                                            N.K/10/1994

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου